Η Ευρώπη παραμένει σε μόνιμο σοκ στη μετά-COVID εποχή λόγω των συνεχιζόμενων θανατηφόρων τροχαίων δυστυχημάτων. Παρά τις εκστρατείες οδικής ασφάλειας και τις σημαντικές τεχνολογικές προόδους στα οχήματα, η ήπειρος συνεχίζει να αντιμετωπίζει σοβαρές προκλήσεις στη μείωση των τροχαίων ατυχημάτων με θανάσιμα αποτελέσματα. Τα τροχαία δυστυχήματα εξακολουθούν να αποτελούν μία από τις κύριες αιτίες θανάτου, παρά τις προσπάθειες για αυστηρότερους κανονισμούς και ευαισθητοποίηση.
Αν και ο αριθμός των θανάτων σε τροχαία είχε παρουσιάσει μια τάση μείωσης στις αρχές του 21ου αιώνα, πρόσφατες εκθέσεις δείχνουν μια στασιμότητα ή ακόμη και μια ελαφρά αύξηση σε ορισμένες χώρες και κυρίως μετά τις καραντίνες της πανδημίας.
Οι κύριοι παράγοντες που συντελούν στην αύξηση των θανατηφόρων τροχαίων συμπεριλαμβάνουν την αύξηση της κυκλοφορίας, την ανεπαρκή εφαρμογή των κανονισμών της οδικής κυκλοφορίας, την οδήγηση υπό την επήρεια αλκοόλ ή ναρκωτικών, την υπερβολική ταχύτητα και τη διάσπαση προσοχής λόγω χρήσης κινητών τηλεφώνων και άλλων συσκευών.
Παράλληλα, το αυξημένο ποσοστό χρήσης των δύο τροχών και η ανεπαρκής υποδομή ασφαλείας για πεζούς και ποδηλάτες έχουν επίσης συμβάλει στο πρόβλημα. Οι ευάλωτοι χρήστες του δρόμου συχνά αντιμετωπίζουν τους μεγαλύτερους κινδύνους, με αποτέλεσμα την αύξηση των τραυματισμών και των θανάτων σε αυτές τις ομάδες.
Για να αντιμετωπιστεί αυτή η πρόκληση, ευρωπαϊκές χώρες και οργανισμοί, όπως η Ευρωπαϊκή Ένωση, εργάζονται στην ανάπτυξη και εφαρμογή πολιτικών για την οδική ασφάλεια. Αυτές περιλαμβάνουν τη βελτίωση της υποδομής, την εκστρατεία για την ευαισθητοποίηση του κοινού, την αυστηροποίηση των ποινών για παραβάσεις της οδικής κυκλοφορίας και την ενθάρρυνση της χρήσης τεχνολογιών ασφαλείας στα οχήματα.
Πιο αυστηρά
Για παράδειγμα η Αυστρία εφαρμόζει νέα αυστηρά μέτρα για την αντιμετώπιση της υπερβολικής ταχύτητας στους δρόμους. Πέρα από την αφαίρεση της άδειας οδήγησης, οι αρχές έχουν τώρα την εξουσία να κατάσχουν τα οχήματα όσων ξεπερνούν σημαντικά τα όρια ταχύτητας. Η υπουργός Πράσινων Μεταφορών και Προστασίας του Κλίματος, Leonore Gewessler τονίζει ότι η κατοχή ενός αυτοκινήτου είναι ουσιαστικά μια ευθύνη και ότι η κατάσχεση του αυτοκινήτου είναι ένας αποτελεσματικός τρόπος για να προληφθούν οι κόντρες και η υπερβολική ταχύτητα.
Η νομοθετική αλλαγή, η οποία έχει ήδη τεθεί σε εφαρμογή από την 1η Μαρτίου, προβλέπει την άμεση κατάσχεση του οχήματος σε περίπτωση που ο οδηγός υπερβεί το όριο ταχύτητας κατά 60 χλμ./ώρα εντός αστικού ιστού και κατά 70 χλμ./ώρα εκτός αυτού. Η διαδικασία περιλαμβάνει επίσης την αφαίρεση του διπλώματος οδήγησης και μια επακόλουθη έρευνα για το εάν ο οδηγός έχει εμπλακεί προηγουμένως σε παρόμοια περιστατικά, με την πιθανότητα μόνιμης κατάσχεσης του οχήματος σε περίπτωση επανάληψης.
Τα κατασχεθέντα οχήματα θα πωληθούν σε δημοπρασία, με το 70% των εσόδων να προορίζεται για την ασφάλεια των δρόμων και το υπόλοιπο 30% να επιστρέφεται στις τοπικές αρχές. Αυτή η προσέγγιση ισχύει μόνο όταν ο παραβάτης είναι και ιδιοκτήτης του αυτοκινήτου, αποκλείοντας έτσι τα ενοικιαζόμενα ή δανεικά οχήματα.
Παρόλα αυτά, η εφαρμογή του νέου νόμου έχει προκαλέσει αντιδράσεις από οργανώσεις και την κοινότητα, με επιχειρήματα περί δυσανάλογης τιμωρίας και αμφισβητήσεις για την αποτελεσματικότητα της κατάσχεσης ως μέτρου αποτροπής. Επιπρόσθετα, η διάκριση μεταξύ οχημάτων διαφορετικής αξίας και η συνέχιση της οδήγησης από τους παραβάτες με άλλα οχήματα αποτελούν κεντρικά θέματα συζήτησης.
Η Αυστρία δε θα είναι η μόνη χώρα που εφαρμόζει τέτοια μέτρα, με άλλες ευρωπαϊκές χώρες να έχουν έτοιμες παρόμοιες νομοθετικές προσεγγίσεις για την αντιμετώπιση της υπερβολικής ταχύτητας.
Στην κουβέντα έχει μπει και η Ελλάδα…
Πηγή newsauto.gr